Κίνα και Ταϊβάν ξεκινούν σήμερα έναν ιστορικό διάλογο για πρώτη φορά μετά το τέλος του εμφυλίου πολέμου το 1949, σε κλίμα άμβλυνσης των εντάσεων και ελπίδας για ενίσχυση των ανταλλαγών ανάμεσα στις δύο χώρες.


Κίνα και Ταϊβάν ξεκινούν σήμερα έναν ιστορικό διάλογο για πρώτη φορά μετά το τέλος του εμφυλίου πολέμου το 1949, σε κλίμα άμβλυνσης των εντάσεων και ελπίδας για ενίσχυση των ανταλλαγών ανάμεσα στις δύο χώρες.

Ο ταϊβανέζος υπουργός Ουάνγκ Γου-τσι, αρμόδιος για τις σχέσεις με την ηπειρωτική Κίνα, συνοδευόμενος από 20 αξιωματούχους, έφθασε σήμερα στη Ναντζίνγκ της ανατολικής Κίνας για να συναντήσει εκεί τον ομόλογό του Ζανγκ Ζιτζούν, επικεφαλής του κινεζικού γραφείου ταϊβανικών υποθέσεων.

Οι πολύ υψηλού επιπέδου επαφές αυτές διεξάγονται στη Ναντζίνγκ, την πόλη που το εθνικιστικό στρατόπεδο του Τσιανγκ Κάι-σεκ είχε επιλέξει ως πρωτεύουσα. “Η επίσκεψη δεν είναι εύκολη. Είναι το αποτέλεσμα πολυετών επαφών μεταξύ των δύο πλευρών. Ελπίζω να διεξαχθεί ομαλά”, δήλωσε ο Ουάνγκ πριν αναχωρήσει από το διεθνές αεροδρόμιο Ταογιουάν στην Ταϊπέι.
Οι διαπραγματεύσεις αρχίζουν σήμερα και θα διαρκέσουν έως τις 14 του μήνα.
Η επίσκεψη του Ουάνγκ αποτελεί μια “σημαντική πρόοδο”, μετέδωσε σήμερα το κινεζικό πρακτορείο ειδήσεων Νέα Κίνα.

Η πρώτη συνάντηση μεταξύ δύο κυβερνητικών αξιωματούχων δείχνει τις προσπάθειες που καταβάλλονται εδώ και χρόνια από τη μια και την άλλη πλευρά του Στενού της Φορμόζας για να επουλωθούν οι πληγές του εμφυλίου πολέμου που οδήγησε το 1949 στο διαχωρισμό μεταξύ “Δημοκρατίας της Κίνας” και “Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας”.

Εκείνη τη χρονιά, δύο εκατομμύρια Κινέζοι, πιστοί στον εθνικιστή ηγέτη Τσιάνγκ Κάι Σεκ που ηττήθηκε από τους άνδρες του Μάο, κατέφυγαν στο νησί της Ταϊβάν. Το Πεκίνο θεωρεί την Ταϊβάν αποσχισθείσα επαρχία του και δεν έχει αποποιηθεί την επανένωση ακόμη και δια της στρατιωτικής βίας αν χρειαστεί. Ωστόσο η ένταση στις σχέσεις μεταξύ των δύο οντοτήτων μειώθηκε μετά την εκλογή το 2008 του προέδρου Μα Γινγκ-ζέου.

Ο υπεύθυνος για την αναγέννηση του εθνικιστικού κόμματος Κουομιντάνγκ επανεξελέγη το 2012 και τάσσεται υπέρ των σχέσεων με την ηπειρωτική Κίνα.

Μετά τις διστακτικές επαφές της δεκαετίας του 1990, Ταϊβάν και κομμουνιστική Κίνα ξεπέρασαν το 2010 ένα καθοριστικό σημείο στην πορεία για την εξομάλυνση των σχέσεων υπογράφοντας μια συμφωνία-πλαίσιο οικονομικής συνεργασίας υπό την προτροπή του Μα Γινγκ-ζέου. Η συμφωνία αυτή και άλλα βήματα βάσει ενός σχεδίου ανοίγματος, όπως η επανάληψη των απευθείας αεροπορικών πτήσεων, τέθηκαν υπό διαπραγμάτευση από ημιεπίσημους οργανισμούς, καθώς Πεκίνο και Ταϊπέι δεν διατηρούν διπλωματικές σχέσεις.

“Το ταξίδι αυτό έχει καθοριστικές συνέπειες για τη συνέχιση της θεσμοθέτησης των σχέσεων μεταξύ των δύο πλευρών του Στενού της Φορμόζας”, δήλωσε ο Ουάνγκ στον Τύπο κατά την ανακοίνωση του ταξιδιού του στα τέλη Ιανουαρίου. “Ως πρώτος πρόεδρος του συμβουλίου ηπειρωτικών υποθέσεων έχω συνείδηση της μεγάλης μου ευθύνης και του δρόμου που θα είναι μακρύς”, πρόσθεσε.

Ο διπλωμάτης θα συζητήσει κυρίως τη ίδρυση γραφείων σύνδεσης, την περιφερειακή οικονομική ολοκλήρωση, την πρόσβαση των ταϊβανών φοιτητών στην Κίνα σε υπηρεσίες ιατρικής περίθαλψης. Το θέμα της ελευθερίας του Τύπου θα συζητηθεί επίσης. Αύριο, ο Ουάνγκ θα επισκεφθεί το μαυσωλείο του επαναστάτη και πατέρα της Κινεζικής Δημοκρατίας Σουν Γιατ-σεν στη Ναντζίνγκ και θα μιλήσει στο πανεπιστήμιο της πόλης αυτής.

Ανάλογα με το αποτέλεσμα των συνομιλιών, η διαμονή του Ουάνγκ στην Κίνα μπορεί να θέσει την πρώτη βάση μιας συνάντησης μεταξύ του Μα Γινγκ-ζέου και του κινέζου προέδρου Σι Τζινπίνγκ, εκτιμά ο Τζορτζ Τσάι, πολιτικός επιστήμονας στην Ταϊπέι. Εντούτοις “οι δύο πλευρές ψάχνουν τις πέτρες κάτω από τα πόδια τους διασχίζοντας τον ποταμό”, τονίζει επικαλούμενος μια κινεζική παροιμία για την επίδειξη σύνεσης.

Η σύνοδος κορυφής των ηγετών του APEC (της Οικονομικής συνεργασίας των χωρών Ασίας-Ειρηνικού) στο Πεκίνο τον Οκτώβριο θα ήταν για το σκοπό αυτό μια ιδανική ευκαιρία, σύμφωνα με τον Ουάνγκ Γου-τσι. Ο πρόεδρος της Κίνας Σι είχε συναντήσει τον πρώην αντιπρόεδρο της Ταϊβάν Βίνσεντ Σιου στο περιθώριο της τελευταίας συνόδου του APEC στην Ινδονησία τον Οκτώβριο του 2013. Η Κίνα αντιτίθεται στην επίσημη παρουσία ταϊβανών αξιωματούχων στους κόλπους του οργανισμού Ασίας-Ειρηνικού.

Η Ταϊβάν θα μετάσχει στις επαφές αυτές για να προωθήσει πρακτικά θέματα στους τομείς της οικονομίας και της ασφάλειας. Η Κίνα στοχεύει στην επιστροφή της Ταϊβάν στους κόλπους της, παρατηρεί ο Ζία Σινγκουό, καθηγητής στο πανεπιστήμιο του Τόκιο. Η Κίνα “προσδίδει ίσως μεγαλύτερη σημασία στην επίσπευση της οικονομικής ολοκλήρωσης, έχοντας κατά νου την πολιτική ενοποίηση πιο μακροπρόθεσμα”. Ο δρόμος είναι ακόμη μακρύς και γεμάτος από εμπόδια έως την εξομάλυνση των σχέσεων μεταξύ Πεκίνου και Ταϊπέι αλλά η συνάντηση στο Ναντζίνγκ έχει βαθιά “συμβολική σημασία για την οικοδόμηση της εμπιστοσύνης από τη μια και την άλλη πλευρά”, υπογραμμίζει.

Πηγή: sky.gr

Λυμπερίδου Στέλλα

Με αφορμή την έναρξη της Χειμερινής Ολυμπιάδας του Σότσι αλλά και όλη την πρόσφατη επικαιρότητα που έρχεται από τη Ρωσία και που αφορά την αρνητική της στάση απέναντι στα δικαιώματα της LGTB κοινότητας, έξι ελληνικές πόλεις [Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Ρέθυμνο, Λάρισα, Γιάννενα και Κατερίνη] προχωρησαν στις 7/2/2014 σε ειρηνικές συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας με μοναδικό σύνθημα το “ΟΧΙ” στις διακρίσεις, την ομοφοβία/τρανσφοβία, την αφάνεια και τον ρατσισμό.
Μαρίνα Καρπόζηλου.

Ο λαός της Ρουάντα έχει εργαστεί ακούραστα για να αφήσει το ταραχώδες παρελθόν της χώρας του πίσω, ανοίγοντας το δρόμο για ένα πιο ελπιδοφόρο μέλλον όπου η ειρήνη και η σταθερότητα βοηθούν να μετατραπεί η χώρα σε μία από τις ταχύτερα αναπτυσσόμενες οικονομίες της Αφρικής .

Λυμπερίδου Στέλλα

Ο Γιάννης Μπεχράκης, βραβευμένος φωτορεπόρτερ και επικεφαλής του φωτογραφικού τμήματος του Reuters στην Ελλάδα, διηγείται το πώς γλύτωσε από μια ενέδρα ανταρτών, στη Σιέρα Λεόνε και παράλληλα μας μεταφέρει το κλίμα και τις συνθήκες επιβίωσης.

Μαρίνα Καρπόζηλου

“Εάν πραγματοποιήσετε τους Ολυμπιακούς θα λάβετε ένα δώρο από εμάς για εσάς και τους τουρίστες που θα έλθουν”.

Με την ελπίδα να μην υπάρξει και τρίτο τρομοκρατικό χτύπημα, η Ρωσία μετράει τις πληγές της ύστερα από τη δεύτερη τυφλή επίθεση αυτοκτονίας που έζησε και πάλι η πόλη του Βόλγκογκραντ (πρώην Στάλινγκραντ).

14 νεκροί και 20 τραυματίες ο απολογισμός της επίθεσης jpg

Την ευθύνη για δυο βομβιστικές επιθέσεις αυτοκτονίας που στοίχισαν τη ζωή σε 34 ανθρώπους τον περασμένο μήνα στη ρωσική πόλη Βόλγκογκραντ ανέλαβε ισλαμική οργάνωση, ενώ απείλησε να πραγματοποιήσει επίθεση με στόχο τους Χειμερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες του Σότσι.

Άνδρας καμικάζι, λίγα δευτερόλεπτα μετά την επιβίβασή του σε τρόλεϊ, πυροδότησε την εκρηκτική ύλη, βάρους πέντε κιλών, με την οποία ήταν ζωσμένος, με αποτέλεσμα 14 άνθρωποι να χάσουν τη ζωή τους και άλλοι 20 να τραυματιστούν, ανάμεσά τους και ένα βρέφος περίπου ενός έτους.

Πίσω από το αμιγώς τραγικό σκέλος της υπόθεσης, έντονο είναι το πολιτικό υπόβαθρό της, καθώς οι τρομοκράτες κατόρθωσαν να πλήξουν τόσο την εικόνα του Κρεμλίνου, αλλά και εκείνη των Χειμερινών Ολυμπιακών Αγώνων, οι οποίοι θα ξεκινήσουν σε έξι βδομάδες στο Σότσι της Μαύρης Θάλασσας.

Η Ρωσία βρίσκεται αντιμέτωπη με έναν τρομοκρατικό εφιάλτη, που για μια σειρά σοβαρών λόγων ίσως είναι σε θέση να τον μετατρέψει σε χειρότερο ακόμη και από τον αντίστοιχο που έζησαν οι ΗΠΑ το 2001.

Η ισλαμική οργάνωση που ευθύνεται για την επίθεση, με βίντεο που αναρτήθηκε στο διαδίκτυο σε μια προειδοποίηση προς τον πρόεδρο Βλαντίμρ Πούτιν για τους Ολυμπιακούς Αγώνες του επόμενου μήνα, εμφανίζεται να λέει: “Εάν πραγματοποιήσετε τους Ολυμπιακούς θα λάβετε ένα δώρο από εμάς για εσάς και τους τουρίστες που θα έλθουν”.

“Το δώρο αυτό θα είναι για το μουσουλμανικό αίμα που χύνεται κάθε ημέρα στον κόσμο, στο Αφγανιστάν, τη Σομαλία, τη Συρία, παντού. Αυτή θα είναι η εκδίκησή μας”, τονίζει στο βίντεο ο άνδρας αυτός.

Σύμφωνα με το βίντεο, τις επιθέσεις στο Βόλγκογκραντ πραγματοποίησαν δύο άνδρες ονόματι Σουλεϊμάν και Αμπντουραχμάν για λογαριασμό της οργάνωσης Βιλαγιάτ Νταγκεστάν, η οποία έχει διασυνδέσεις με την ιρακινή Ανσαρ αλ-Σούνα.

Δρακόντεια μέτρα

Πέραν των δρακόντειων μέτρων ασφαλείας, η πικρή αλήθεια, την οποία γνωρίζουν οι αρχές, είναι πως αν δεν υπάρξει άμεση εξόντωση της ηγεσίας των τρομοκρατών ή σαφείς πληροφορίες για τους επόμενους στόχους τους, σε μια χώρα με το μέγεθος της Ρωσίας και τις γεωγραφικές και πληθυσμιακές ιδιομορφίες της, είναι σχεδόν αδύνατον να αποτρέψουν ένα διαρκές μπαράζ επιθέσεων, το οποίο θεωρητικά μπορεί να γίνει σε κάθε πιθανό, αλλά και απίθανο στόχο.

Εξαιτίας της πολύ δύσκολης κατάστασης, αλλά και του διαύλου επικοινωνίας που υπάρχει μεταξύ των ρωσικών μυστικών υπηρεσιών και των αντίστοιχων αμερικανικών υπηρεσιών, ύστερα από το τρομοκρατικό χτύπημα της Βοστόνης, η χθεσινή ανακοίνωση του ρωσικού ΥΠΕΞ, ήταν σε εντελώς διαφορετικό κλίμα από παλαιότερες που εξέδιδε ύστερα από ανάλογα τρομοκρατικά χτυπήματα στη Ρωσία.

Πηγή: e-net.gr, skai.gr

Λυμπερίδου Στέλλα

Τουλάχιστον 11 ισλαμιστές μαχητές της οργάνωσης αλ – Σαμπάαμπ σκοτώθηκαν κατά τη διάρκεια αεροπορικής επιδρομής την Πέμπτη 9/1/2014 στη νότιο- δυτική Σομαλία ανέφεραν αυτόπτες μάρτυρες και οι επίσημες αρχές.

550_334_166137

Ο Ντιγιάντ Αμπντί Καλίλ στρατιωτικός αξιωματούχος της Σομαλίας, είπε τηλεφωνικά στο Γερμανικό Πρακτορείο Ειδήσεων, ότι ένα μαχητικό της Κένυας πραγματοποίησε την επιδρομή στην πόλη Γκαρμπαχαρέι πρωτεύουσα της περιοχής Γκέντο, περίπου 520 χιλιόμετρα νοτιοδυτικά του Μογκαντίσου. Ο αξιωματούχος ανέφερε ότι η αεροπορική επιδρομή έγινε σε συντονισμό με την κεντρική κυβέρνηση της Σομαλίας.

Το μαχητικό της Κένυας είχε προφανώς θέσει ως στόχο ένα στρατώνα που χρησιμοποιείται για να στεγάσει τους μαχητές της αλ – Σαμπάαμπ ομάδας που συνδέεται με την Αλ – Κάιντα. Η αλ- Σαμπάαμπ δεν έχει σχολιάσει την επιδρομή αλλά κάτοικοι επιβεβαίωσαν ότι ακούστηκαν δυνατές εκρήξεις στην περιοχή.

Η επίθεση ήρθε, καθώς η κυβέρνηση της Σομαλίας έχει δηλώσει ότι σχεδιάζει στρατιωτικές ενέργειες για να ανακαταλάβει τα περισσότερα εδάφη που τώρα κατέχονται από τους ισλαμιστές πολιτοφύλακες. Η αλ – Σαμπάαμπ συνεχίζει να ελέγχει μεγάλα τμήματα γης στις αγροτικές περιοχές της Σομαλίας και από εκεί είναι σε θέση να πραγματοποιεί συχνά πολύνεκρες βομβιστικές επιθέσεις σε πόλεις-κλειδιά όπως το Μογκαντίσου.

ΠΗΓΗ: ΑΠΕ-ΜΠΕ

(Μαρίνα Καρπόζηλου)

Επανάσταση με γκράφιτι στην Αίγυπτο: Η πολύχρωμη κραυγή μίας καταπιεσμένης χώραςΗ επανάσταση της Αιγύπτου που ξεκίνησε το 2011, πέρα από τις βίαιες συγκρούσεις, οδήγησε και σε μια έκρηξη δημιουργικότητας των νέων και στην άνθιση της τέχνης του δρόμου. Πλέον όλο και περισσότεροι καλλιτέχνες στρέφονται σε Read More

In July 1937 a Jewish emigre from Nazi Germany became the first female war photographer to die on assignment. At the age of 26, Gerda Taro was just starting to make a name for herself and had already helped launch the career of the young Robert Capa.

Gerda Taro spent the last day of her life in the trenches of Brunete, west of Madrid, holed up with Republican fighters.

It was a critical moment in the Spanish Civil War – Gen Franco’s forces had just retaken the town, inflicting heavy losses on the Republicans’ best troops, who were now under fire as they retreated.

As bombs fell and planes strafed the ground with machine-gun fire, Taro kept taking photographs.

She was due to return to France the next day and only left the trenches when she ran out of film, making her way to a nearby town.

Gerda Taro sitting at a typewriter

“She was elated, saying ‘I’ve got these fantastic photographs, I’ve got champagne, we’re going to have a party,'” says Jane Rogoyska, author of a new book, Gerda Taro, Inventing Robert Capa.

She jumped onto the running boards of a car transporting wounded soldiers, but it collided with an out-of-control tank and she was crushed. She died in hospital from her injuries early the following morning.

Her photographs from that day, 25 July 1937, were never found.

She had spent the previous year making regular trips to Spain to document the fighting.

“Taro became very emotionally involved in the Spanish Civil War… she was so passionate about the suffering of the Spanish people,” says Rogoyska.

Republican fighters had great respect for her. In her book, Rogoyska quotes the memoirs of Alexander Szurek, an adjutant to a Republican general: “We all loved Gerda very much… Gerda was petite with the charm and beauty of a child. This little girl was brave and the Division admired her for that,” he wrote.

On some previous trips, Taro had been accompanied by her partner, photographer Robert Capa, but on this occasion she travelled without him and fell in with Canadian photographer Ted Allan.

Two men in a building, apparently under attackThe Battle of Brunete, July 1937

Keen to prove herself and get the most dramatic pictures she could, Taro started to put herself in increasingly dangerous situations.

Capa never forgave himself for letting her go without him, though he himself subsequently became known for the saying: “If your pictures aren’t good enough, you’re not close enough.”

“He blamed himself for not being there – he always felt that he had this role of a protector towards her because he felt that she would take too many risks,” says Rogoyska.

He also felt responsible because he had introduced Taro to photography.

Gerda Taro and Robert Capa

The two Jewish emigres had met in Paris three years earlier.

CShe was Gerda Pohorylle, recently arrived from Leipzig, and he was Andre Friedmann – a handsome, disorganised young photographer from Hungary.

Both had fled from persecution and were struggling to get work.

“Their meeting somehow set off a wonderful combination of talents,” says Rogoyska. “He taught her photography and she taught him how to make the best of himself.”

It was hard for foreign photographers to get their pictures into the French press, she says. “They came up with this crazy idea of inventing a very successful, wealthy American photographer who had never been to Europe.” He had only recently arrived, the couple explained, which is why no-one in Paris had heard of him.

“He was going to have this name that sounded a little bit sort of international and glamorous, so they called him Robert Capa,” Rogoyska says.

Two boys standing on the barricadesBarcelona at the outbreak of war, 1936

The plan worked. Friedmann operated under the name Robert Capa and started to get noticed. Taro also took her new name at this time.

When the Spanish Civil War broke out in 1936, the couple seized the chance to raise their professional profiles and, simultaneously, to take part in the struggle against fascism.

Two weeks after fighting began, the couple arrived in Barcelona where they photographed Republican soldiers preparing to go to the front.

They went on to travel hundreds of kilometres through Republican territory to Aragon, Madrid and Toledo and then south to the front-line near Cordoba.

Their work was well received back in Paris, where newspapers were keen to publish photographs that would support the Republican cause.

Refugee familyRefugees from Malaga in Almeria, 1937

Taro started to develop her own style and managed to carve out this career, establishing herself as a photographer in a very brief space of time, says Rogoyska.

Today, Capa’s name is internationally recognised, but until recently Taro was largely forgotten.

“Given the historical circumstances it’s not really surprising that Gerda’s achievements faded,” says Kate Brooks, an American photojournalist who has worked in conflict zones in Afghanistan and Iraq.

She puts it down to “the fact of World War Two, because of the fact that her family died in the Holocaust and that basically with Capa’s death [in 1954] no-one was left to preserve the memory of her work.”

Wounded soldier with bandaged headRepublican soldiers on the Segovia front, 1937

Brooks only became aware of Taro a few years ago, after 4,500 negatives belonging to Capa, Taro and fellow photographer Chim, turned up in Mexico.

Capa tried, and failed, to smuggle the pictures out of France in 1939 – instead they ended up with the Mexican ambassador, Gen Francisco Aguilar Gonzales, who eventually took them home and forgot about them.

The negatives sat in boxes in Mexico, untouched for half a century. After Gen Aguilar and his wife died, the photographs were passed on to a relative, Mexican filmmaker Benjamin Tarver.


Trailblazers on the front line

Martha Gellhorn
  • Margaret Bourke-White was the first woman photographer attached to US troops and survived a torpedo attack on a ship in WW2
  • Reporter Martha Gellhorn (above) pretended to be a stretcher bearer and hid in the toilet of a hospital ship going to Normandy
  • Marie Colvin was killed in 2012 in Homs as the Syrian army intensified attacks on the opposition

When Tarver realised what he had inherited, he told a professor in New York, who in turn got in touch with the city’s International Center of Photography (ICP) – founded by Capa’s brother, Cornell.

Cornell Capa felt the pictures belonged with the rest of the Capa and Taro archives but Tarver failed to answer his letters.

That was in 1995, and it wasn’t until 2007 that negotiations finally took place resulting in Tarver giving what had become known as the Mexican Suitcase to the ICP.

Three years later the organisation put on an exhibition of the long lost photographs.

“Anyone who is covering war at any point in time is basically putting their life at risk by getting close to what’s happening,” says Brooks, but she can understand what motivated Taro.

“The purpose in doing photography, and or filmmaking, is in documenting and having a record of what is happening,” she says.

“I think it’s really quite tragic that beyond dying so young, we didn’t have an opportunity to see how her work as a photographer would develop.”

By Alison GeeBBC World Service

27 December 2013 Last updated at 00:30 GMT

http://www.bbc.co.uk/news/magazine-25108104

Σε χιλιάδες ανέρχονται οι νεκροί από τα βίαια επεισόδια που ξέσπασαν στο Νότιο Σουδάν την τελευταία εβδομάδα, σύμφωνα με τον ανώτατο αξιωματούχο των ανθρωπιστικών δράσεων του ΟΗΕ στην περιοχή.

Πολίτες κάθονται σε φυλασσόμενο χώρο του ΟΗΕ για να αποφύγουν τις συγκρούσεις (Reuters)

Πολίτες κάθονται σε φυλασσόμενο χώρο του ΟΗΕ για να αποφύγουν τις συγκρούσεις (Reuters) «Νομίζω ότι κανείς δεν μπορεί ν’ αρνηθεί σ’ αυτό το στάδιο ότι πρέπει να έχασαν τη ζωή τους χιλιάδες άνθρωποι» δήλωσε στο BBC ο Τόμπι Λάνζερ, συντονιστής της ανθρωπιστικής βοήθειας του ΟΗΕ στην περιοχή.

«Όταν κοίταξα στα νοσοκομεία σε κεντρικές πόλεις και στα νοσοκομεία της ίδιας της πρωτεύουσας, η έκταση των τραυματιών, δεν πρόκειται πλέον για μια κατάσταση που μπορούμε να μιλάμε για εκατοντάδες νεκρούς» πρόσθεσε.

Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΗΕ, τουλάχιστον 80.000 άνθρωποι έχουν εκτοπιστεί από τις εστίες τους λόγω της κρίσης στο Νότιο Σουδάν. Σχεδόν οι μισοί από αυτούς αναζητούν καταφύγιο σε βάσεις των Ηνωμένων Εθνών στη χώρα.

Η βία ήλθε ως επακόλουθο της μάχης εξουσίας ανάμεσα στον πρόεδρο της χώρας Σάλβα Κιίρ, ο οποίος ανήκει στη φυλή των Ντίνκα και στον πρώην αντιπρόεδρο Ρίεκ Ματσάρ, ο οποίος ανήκει στη φυλή των Νούερ, ενώ πληροφορίες κάνουν λόγο για μαζικές εκτελέσεις με εθνοφυλετικά κριτήρια κατά τη διάρκεια της εβδομάδας των συγκρούσεων στο Νότιο Σουδάν

Ο ΟΗΕ ανακοίνωσε νωρίτερα ότι διαθέτει αναφορές για τουλάχιστον τρεις μαζικούς τάφους, εκ των οποίων ο ένας βρίσκεται στην πόλη Μπεντιού στο βορρά και οι δύο άλλοι στην πρωτεύουσα Τζούμπα.

πηγή: enet.gr

Μαρίνα Καρπόζηλου (αναδημοσίευση)